ΛΈΓΟΝΤΑΣ ΧΩΡΊΣ ΝΑ ΠΕΙΣ

29 July 2016

Γλωσσικός Οδηγός μας για την Αυτοπροστασία από τον Αντισημιτισμό δείχνει στο κοινό πώς να αναγνωρίζει και να αντιστέκεται στη χειραγώγηση όταν έρχεται αντιμέτωπο με αντισημιτική ρητορική. Χρησιμοποιούμε αληθινά παραδείγματα, που έχουν εντοπιστεί από τα παρατηρητήρια του Get the Trolls Out, και αποκαλύπτουν τα ανεπαίσθητα ρητορικά κόλπα που χρησιμοποιούνται συνήθως για την πλύση εγκεφάλου του κοινού προς την κατεύθυνση του μίσους και των διακρίσεων κατά των Εβραίων. 

meaning_without_saying_greek_large.jpg

Από την Anna Szilagyi

Είναι δυνατό να πούμε πράγματα χωρίς στην πραγματικότητα να τα λέμε. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα μηνύματα  απλώς υπονοούνται, μεταφέρονται - ή όπως ο Βρετανός ακαδημαϊκός Paul Grice ονόμαζε αυτή τη μορφή επικοινωνίας -  υποδηλώνονται αντί να εκφράζονται ευθέως.

Μεγάλο μέρος της καθημερινής μας επικοινωνίας αποτελείται από έμμεσα μηνύματα. Τις περισσότερες φορές εύκολα κωδικοποιούμε και αποκωδικοποιούμε αυτά που υπονοούνται. Αν πω στη μητέρα μου ότι «διψάω», εκείνη θα καταλάβει ότι θα ήθελα ένα ποτήρι νερό. Αν διοργανώσουμε ένα πάρτι και πω στους φίλους μου ότι «η Jane μιλάει υπερβολικά», θα καταλάβουν ότι δε θέλω να καλέσουμε τη Jane στο πάρτι. 

Οι πολιτικοί και τα μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιούν επίσης υπονοούμενα. Ο τίτλος μιας εφημερίδας που σας πληροφορεί ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος δε θα πραγματοποιήσει επίσκεψη σε μια χώρα, μπορεί να υπονοεί ότι οι σχέσεις των ΗΠΑ με αυτή τη συγκεκριμένη χώρα έχουν ατονήσει τελευταία. 

Κυρίως, οι νύξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν λανθασμένα τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο λόγο.  Μέσω των υπαινιγμών, οι ομιλητές μπορούν - με ή χωρίς πρόθεση - να εκφράσουν δυσάρεστα, αντιφατικά, προσβλητικά και εσφαλμένα μηνύματα χωρίς συνέπειες. Ο μηχανισμός είναι απλός: δεδομένου ότι είναι πολύ δύσκολο να κατηγορήσεις κάποιον για λόγια που δεν είπε, οι υπαινιγμοί επιτρέπουν στους ομιλητές να μεταφέρουν μηνύματα τα οποία δε θα εξέφραζαν ρητά ή θα τα εξέφραζαν με δισταγμό. 

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο τα υπονοούμενα είναι τόσο συχνά και στην αντισημιτική ρητορική. Εάν το αντισημιτικό μίσος διαδίδεται μέσω υπονοούμενων αντί για ξεκάθαρες δηλώσεις, οι ομιλητές αποφεύγουν την ευθύνη. 

Σε μια πρόσφατη εκπομπή του BBC Radio London, για παράδειγμα ένας ακροατής που τηλεφώνησε στο στούντιο είπε ότι: «το 80% των Αμερικανικών επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης, το κατέχουν Εβραίοι». Δεν είναι τόσο το κυριολεκτικό όσο το υπονοούμενο μήνυμα της δήλωσης που έχει σημασία στην προκειμένη περίπτωση. Ισχυριζόμενος ότι οι Εβραίοι επικρατούν ως ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης στις ΗΠΑ, ο ακροατής επανέφερε ένα αντισημιτικό κλισέ, ότι οι Εβραίοι ελέγχουν και παρακολουθούν την πληροφόρηση και με αυτό τον τρόπο χειραγωγούν το κοινό.  Σε αυτή την περίπτωση, το υπονοούμενο μπορεί να μοιάζει ξεκάθαρο, ωστόσο, από τη στιγμή που το στερεότυπο υποδηλώνεται και δεν εκφράζεται άμεσα, θα ήταν δύσκολο να ζητηθεί από τον ακροατή να προσέξει τα λόγια του. 

Και στην αντισημιτική ρητορική, τα υπονοούμενα χρησιμοποιούνται ευρέως για να διαδώσουν αντισημιτικές θεωρίες συνωμοσίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις η αποκωδικοποίηση της νύξης συνοδεύεται συνήθως από ερωτήσεις όπως: «δε σου φαίνεται περίεργο/δεν είναι εντυπωσιακό ότι…;». Ένας αριθμός περιστατικών που ανιχνεύθηκαν από τα παρατηρητήρια του Get the Trolls Out αποτελούν παράδειγμα αυτής της μορφής χειραγώγησης.  

Στη Γαλλία, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, στις 13 Νοεμβίου 2015, δημοσιεύθηκε ένα άρθρο σε έναν μη-συμβατικό τοπικό δικτυακό τόπο,  που αυτο-χαρακτηρίζεται ως πάροχος «εναλλακτικών» πληροφοριών. Υπονοώντας αντισημιτικές θεωρίες συνωμοσίας, το άρθρο, που είχε πάνω από 4000 προβολές, κατηγορούσε το Ισραήλ και το Σιωνισμό για χειραγώγηση της πολιτικής στη Γαλλία. Ο/Η συγγραφέας ολοκλήρωνε το άρθρο ρωτώντας: «Πώς και οι Εβραίοι ενημερώθηκαν το πρωί της 13ης Νοεμβρίου για τις επικείμενες επιθέσεις;». Αυτό το κλείσιμο μπορεί εύκολα να θεωρηθεί ερώτηση. Είναι όμως, σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι αντί να ρωτήσει κάτι, ο/η συγγραφέας του άρθρου κάνει έναν αυθαίρετο, ψευδή ισχυρισμό: «Οι Εβραίοι ενημερώθηκαν το πρωινό της 13ης Νοεμβρίου για τις επικείμενες επιθέσεις». 

Παρουσιάζοντας έναν ισχυρισμό με τη μορφή ερώτησης, ο/η συγγραφέας δημιουργεί την λανθασμένη εντύπωση ότι ο αυθαίρετος και ψευδής ισχυρισμός του/της, είναι αλήθεια. Επιπλέον, αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί μια νύξη που επαναφέρει αντισημιτικά κλισέ. Το υπονοούμενο μήνυμα είναι ότι οι Εβραίοι είναι «κακοί», «κυνικοί», «παγκόσμιοι συνωμότες». Παρότι ο ίδιος ο ισχυρισμός εκφράζει αυτά τα στερεότυπα, η μορφή της ερώτησης προτρέπει τους αναγνώστες να αποκωδικοποιήσουν το υπονοούμενο μήνυμα. 

Ένα άλλο παρόμοιο παράδειγμα έρχεται από την Ελλάδα. Ο Πάνος Λελιάτσος, πρώην μέλος του κόμματος των Ανεξάρτητων Ελλήνων, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, ανάρτησε στο Facebook το ακόλουθο μήνυμα: «Πριν από τρεις μήνες, ο προεξέχων Ραβίνος της Ιερουσαλήμ καλούσε τους Γάλλους Εβραίους να εγκαταλείψουν τη χώρα. 9000 Εβραίοι έφυγαν [από τη Γαλλία] για να πάνε στο Ισραήλ. Σας λέει αυτό κάτι;» Σε αυτή την περίπτωση, η ερώτηση ακολουθεί έναν ισχυρισμό. Το ερώτημα χρησιμοποιείται για να προκαλέσει την αποκωδικοποίηση του αντισημιτικού στερεοτύπου που επαναφέρει ο ισχυρισμός. Το υπονοούμενο είναι ότι οι Εβραίοι εμπλέκονται σε μυστικές, επικίνδυνες, βλαβερές δραστηριότητες συνωμοσίας και δεν ενδιαφέρονται για τη ζωή των μη-Εβραίων.  

Συχνά, δεν είναι η κυριολεκτική, αλλά η υπονοούμενη, σημασία μιας δήλωσης που περιέχει το "πραγματικό" μήνυμα. Ενώ είναι σχετικά εύκολο να αποκωδικοποιήσει κανείς τα υπονοούμενα, είναι δύσκολο να τα εντοπίσει, καθώς είναι εξ’ ορισμού κρυμμένα. Αυτό καθιστά τα υπονοούμενα σημαντικό μέσο στην αντισημιτική ρητορική και άλλες συζητήσεις χειραγώγησης.

Previous
Previous

ΧΕΙΡΑΓΏΓΗΣΗ ΜΈΣΩ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΆΤΩΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΏΠΟΥ

Next
Next

Η ΣΥΝΕΚΔΟΧΉ ΤΟΥ ΙΣΡΑΉΛ